Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Γουρούνια με φτερά! Η αλήθεια για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πρέπει πράγματι να ειπωθεί - Ολάκερη

Του Βασίλη Σαμαρά

Εισαγωγή
Εχουν τα γουρούνια φτερά; Φαίνεται πως μερικά γουρούνια έχουν. Τα βλέπουμε να πετάν γύρω-γύρω. Να σκιάζουν τον ήλιο και να σκοτεινιάζουν τον ουρανό. Να βρωμίζουν τη ζωή μας. Να γρυλίζουν απειλώντας το μέλλον. Υπάρχει βέβαια ένα ζήτημα. Το πώς απόχτησαν τα γουρούνια φτερά. Αυτό είναι μια θλιβερή ιστορία. Αμεση η σχέση της με την ήττα του κινήματος. Και είναι αυτό που ανύψωσε τα γουρούνια από το φυσικό τους περιβάλλον. Το βούρκο.
Που τα φτέρωσε και τα αποθράσυνε. Το γεγονός πάντως είναι ότι τα βλέπουμε πλέον σε πυκνούς σχηματισμούς να συναγωνίζονται τα F16. Ναι, αυτά που όργωσαν με σπόρους «δημοκρατίας» τις βόμβες τους, τη Συρία, τη Λιβύη, το Ιράκ, τις αφρικάνικες χώρες, την Υεμένη και ο κατάλογος ολοένα και ανοίγει. Μαζί εντείνονται και οι αναταγωνισμοί τον ιμπεριαλιστών. Τόσο που τίποτα δεν αποκλείει τη γενίκευση του πολέμου.

Απλά δεν είναι έτοιμοι αυτοί που θα τον θέλανε. Δεν έχουν την ισχύ, δεν έχουν τις συμμαχίες που θα θέλανε. Ακόμη! Και το χειρότερο; Οι λαοί που θα μπορούσαν να τον εμποδίσουν είναι αποσυγκροτημένοι, ακόμα περισσότερο μη έτοιμοι! Δεν υπάρχει κομμουνιστικό κίνημα δεν υπάρχει Σοβιετική Ένωση. Τελείως διαφορετικές οι συνθήκες λοιπόν αλλά η ενασχόληση με την ιστορία δεν μπορεί να είναι απλά επετειακή για να φτιαχνόμαστε με τις παλιές μας κατακτήσεις ή να αφορά μόνο την αποκατάσταση της αλήθειας. Η αποκατάσταση της αλήθειας πρέπει να έχει ένα σκοπό, τη κατανόηση του αντιπάλου αλλά και την εξαγωγή συμπερασμάτων για το πώς πρέπει να κινηθούμε, και κυρίως να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να ξαναπάρουν κουράγιο οι λαοί, να θυμηθούν ότι έχουν τη δύναμη να στρέψουν τα πράγματα προς την αντίθετη από αυτή που κινούνται κατεύθυνση. Τώρα σε αντίθεση με πριν 100 χρόνια έχουν τη πείρα, ξέρουν τι πρέπει να κάνουν και τι να αποφύγουν για να ξαναπάρουν το πάνω χέρι και να ξαναγίνουν ο φόβος και ο τρόμος των ιμπεριαλιστών-καπιταλιστών που τώρα νοιώθουν μια (ανασφαλή) άνεση. Κι αν δεν το ξέρουν να το μάθουν κόντρα στις προσπάθειες των γουρουνιών με τα φτερά. Για να ξανασηκώσουν τη κόκκινη σημαία της αντίστασης, της ανεξαρτησίας, της επανάστασης!

Οι σχηματισμοί των γουρουνιών λοιπόν ανήκουν στην ίδια υπηρεσία αλλά με διαφορετική αποστολή. Να προετοιμάσουν το έδαφος (για τα F16) με βόμβες λάσπης. Να παραλύουν τη σκέψη και τις διαθέσεις αντίστασης με την ατέλειωτη βρώμα και δυσωδία που αποπνέουν. Αυτό είναι σε τελευταία ανάλυση το νόημα της γιγάντιας εκστρατείας προπαγάνδας που εξαπολύεται μονίμως ενάντια στους λαούς, στους αγώνες τους, στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα. Η διαστροφή της ιστορικής αλήθειας είναι κυρίως το μέσον. Οι πραγματικοί στόχοι έχουν να κάνουν με τα επεκτατικά σχέδια των ιμπεριαλιστών της Δύσης και πρώτα και κύρια των ΗΠΑ. Ποιοι είναι αυτοί οι στόχοι και πώς προωθούνται έχουμε αναφερθεί επανειλημμένα. Σήμερα θα αναφερθούμε στα γεγονότα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Αναγκαστικά με κάποιους περιορισμούς. Το εύρος του ζητήματος δεν επιτρέπει αναλυτική και εμπεριστατωμένη εξιστόρηση. Ετσι θα περιοριστούμε σε επιγραμματικές αναφορές για κάθε ένα από τα πολλά και σημαντικά ζητήματα που τέθηκαν. Την επιχειρηματολόγηση των απόψεών μας μπορεί να τη βρει, όποιος θέλει, στην μπροσούρα «Γιάλτα ή Πόστδαμ» που επανεκδόθηκε.

Ποιοι γέννησαν - στήριξαν το ναζιφασισμό

Ο φασισμός υπήρξε γέννημα της αστικής τάξης και του καπιταλιστικού συστήματος. Το να αποδίδεται απλά και μόνο στην μικροαστική τάξη (κοινωνική βάση - ιδεολογία) και να περιορίζεται η εξήγηση σ’ αυτό, συσκοτίζει την ουσία του πράγματος και αποπροσανατολίζει. Ο φασισμός γεννήθηκε σαν άμεση και πρωτογενής αντίδραση της αστικής τάξης στην άνοδο του κινήματος. Μπορεί να θεωρηθεί σαν αστική «παραϊδεολογία», η οποία ποτέ από τη γέννησή της μέχρι τα σήμερα δεν μπόρεσε να αποκτήσει σοβαρή υπόσταση, παρά μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που η αστική τάξη ή σημαντική τμήματά της αποφάσισαν να τον στηρίξουν.
Ακριβώς σ’ αυτή τη βάση και μ’ αυτή τη λογική έγινε ισχυρό έως κυρίαρχο ρεύμα σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες. Δεν ήταν μόνο σε Γερμανία, Ιταλία. Ηταν στην Ισπανία του Φράνκο. Την Πορτογαλία του Σαλαζάρ. Την Ελλάδα του Μεταξά. Την Ουγγαρία του Χόρτι. Την Ρουμανία του Αντονέσκου. Ηταν στην Πολωνία, την Βουλγαρία, την Κροατία, ήταν ακόμα και στη Γαλλία και Αγγλία. Ηταν ακόμη και στις ΗΠΑ όπου όμως η μικρότερη διάσταση του ζητήματος έχει σχέση με την ισχύ της αστικής τους τάξης και την «ασφάλεια» που αισθανόταν.
Η ιδιομορφία της Γερμανίας συνδεόταν με το γεγονός ότι στον γερμανικό φασισμό (ναζισμό) συνδυάζονταν η αντικομουνιστική κατεύθυνση, με τις ρεβανσιστικές επιδιώξεις της νικημένης στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο γερμανικής αστικής τάξης. Αξιοσημείωτα και εδώ τα εξής. Το ναζιστικό κίνημα εμφανίζεται στις αρχές της δεκαετίας του είκοσι. Εχει περιορισμένη επιρροή, διώκεται από την δημοκρατία της Βαϊμάρης που έχει άλλες άμεσες ανάγκες και προτεραιότητες και ο Χίτλερ φυλακίζεται. Στην πορεία και ενόσω όλο και μεγαλύτερα τμήματα της αστικής τάξης διαφοροποιούν τη στάση τους, ο Χίτλερ αποφυλακίζεται. Την άνοδο του ναζιστικού κόμματος τροφοδοτούν (και οικονομικά) όχι μόνο η γερμανική αστική τάξη, αλλά και κύκλοι από Γαλλία, Αγγλία, ΗΠΑ. Ο Χίτλερ δεν θα μπορούσε να γίνει καγκελάριος (πρωθυπουργός) αν δεν τον ήθελαν όλοι αυτοί.
Απ’ όλα όσα συνέβησαν να αναφέρουμε ένα και χαρακτηριστικό. Φασιστικό πραξικόπημα στην Ισπανία, ανατρέπει την νόμιμη δημοκρατική, αστική κυβέρνηση. Χίτλερ και Μουσολίνι στηρίζουν με όπλα και στρατό τον Φράνκο. Οι δυτικές δυνάμεις κρατούν στάση «ουδετερότητας» στη βάση της οποίας ωστόσο παρεμβάλλουν κάθε λογής εμπόδια στην παροχή βοήθειας στους Δημοκρατικούς από την μόνη χώρα που τότε το επιχειρούσε. Την Σ.Ε. Η «ουδετερότητά» τους, με αυτούς τους όρους, ήταν μια πεντακάθαρη στήριξη του Φράνκο και στη βάση μιας λογικής στήριξης έστω του φασισμού απέναντι στον «κίνδυνο» ανόδου της αριστεράς που θα συνεπαγόταν η νίκη των Δημοκρατικών στην Ισπανία. Μια εκδούλευση που ο Φράνκο την ανταπέδωσε με τη στάση ουδετερότητας που κράτησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ποιοι θέλαν - ετοιμάζαν τον πόλεμο

Η ευθύνη για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποδίδεται αποκλειστικά και καθ’ ολοκληρίαν στις δυνάμεις του άξονα και ειδικότερα στον Χίτλερ. Τον «παράφρονα» Χίτλερ. Αυτό δεν είναι όλη η αλήθεια. Στην πραγματικότητα η περίοδος του μεσοπολέμου και για λόγους που συνδέονται με τη φύση του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος, ήταν μια περίοδος που είχε ξανατεθεί ζήτημα ξαναμοιράσματος του κόσμου. Δηλαδή μια περίοδος που όλοι οι ιμπεριαλιστές προετοιμάζονταν για πόλεμο και προετοίμαζαν τον πόλεμο. Η μόνη -από τις μεγάλες- χώρα που πραγματικά δεν ήθελε τον πόλεμο και για πολλούς και σημαντικούς λόγους ήταν η Σ.Ε.
Για να γίνουν κατανοητά κάποια πράγματα και κυρίως τα όσα επακολούθησαν, χρειάζεται να αναφερθούμε όσο πιο σύντομα μπορούμε σε σχεδιασμούς και βλέψεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Ως προς την Γερμανία όχι του «παράφρονα» Χίτλερ, αλλά του γερμανικού ιμπεριαλισμού, που στην συγκεκριμένη φάση είχε αποφασίσει να ποντάρει στο «άλογο» του ναζιφασισμού: Πρωταρχικός στόχος η ανατροπή των οδυνηρών για τη Γερμανία συνεπειών και όρων της ήττας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ανάδειξη της Γερμανίας σε ηγεμονική δύναμη του ευρωπαϊκού χώρου απέναντι στη Γαλλία που διεκδικούσε τον ίδιο ρόλο.
Επέκταση της Γερμανίας ανατολικά, κατάκτηση της Ουκρανίας («ζωτικός χώρος»), Βαλτικών χωρών και του πετρελαιοφόρου Καυκάσου, διάλυση της Σ.Ε. και απώθηση της Ρωσίας στα Ουράλια. Κρίσιμο χαρακτήρα και κλειδί των επιδιώξεων ευρύτερης (παγκόσμιας) κλίμακας του Χίτλερ, η συμμαχία με την Αγγλία. Η συμμαχία αυτή υπήρξε σταθερή επιδίωξη του Χίτλερ στη βάση της οποίας ευελπιστούσε να αντιμετωπίσει και τις βλέψεις και την αναδυόμενη ισχύ των ΗΠΑ.
Από την άλλη μεριά, η συμμαχία των βασικών νικητών του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου Αγγλίας, Γαλλίας. Πρωταρχική τους επιδίωξη η υπεράσπιση των «κεκτημένων». Τόσο στον ευρωπαϊκό χώρο (απέναντι στη Γερμανία) όσο και των αποικιακών τους αυτοκρατοριών απέναντι σε Ιαπωνία (στην Ασία) αλλά και τις ΗΠΑ, των οποίων ήδη διαγράφονταν οι διαθέσεις. Απέναντι στις ηγεμονικές («ευρωπαϊκές») επιδιώξεις του Χίτλερ, η Γαλλία -και όπως είναι φυσικό- αντιδρούσε, ενώ απέναντι στις προτάσεις συμμαχίας η Αγγλία δυσπιστούσε θεωρώντας ότι αν η Γερμανία κυριαρχήσει στον ευρωπαϊκό χώρο, θα της επιβάλει τους όρους της.
Σ’ αυτή τη βάση στις δύο χώρες διαμορφώθηκαν δύο τάσεις. Η μια που ήταν και κυρίαρχη και καθόρισε τις εξελίξεις μέχρι και τις αρχές του 1940 και ήθελε την συναλλαγή με τον Χίτλερ προσφέροντάς του σαν αντάλλαγμα την επέκταση προς ανατολάς. Συνδύαζε (έτσι νόμιζε) δύο βασικές επιδιώξεις. Από τη μια «απαλλάσσονταν» από την πίεση της Γερμανίας στις δικές τους περιοχές κυριαρχίας, και από την άλλη εξαφάνιζε τον κοινό ταξικό εχθρό, την Σ.Ε. Η δεύτερη τάση, σε ρόλο αντιπολίτευσης, με τους Τσόρτσιλ και Ρεϋνό απέναντι στους Τσάμπερλαιν και Νταλαντιέ υποστήριζε την πιο αποφασιστική αντιμετώπιση του Χίτλερ.
Οι ΗΠΑ πανίσχυρη πλέον βιομηχανική οικονομική δύναμη δεσπόζουσα στην αμερικανική ήπειρο, με όλο και ευρύτερες βλέψεις αλλά με όχι ακόμα αναπτυγμένη ανάλογα και «δοκιμασμένη» στην πράξη στρατιωτική ισχύ. Πρώτο και άμεσο μέτωπο για τις ΗΠΑ ο Ειρηνικός και η Ανατολική Ασία όπου ήδη επεκτείνονταν ο γιαπωνέζικος ιμπεριαλισμός. Στις ΗΠΑ ο πόλεμος ενάντια στην Ιαπωνία είχε κιόλας αποφασιστεί πολύ πριν την έκρηξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και το Περλ Χάρμπορ. (Περίπτωση «προδρομική» του χτυπήματος των δίδυμων πύργων).
Ταυτόχρονα προσέβλεπαν σε παρέμβαση στο -κεντρικό- ευρωπαϊκό πεδίο, ανάλογα πάντα με τις εξελίξεις και τις δυνατότητες που θα παρουσιάζονταν.
Η Ιαπωνία προσέβλεπε σε κυριαρχία στην Ανατολική Ασία και Ειρηνικό, είχε ήδη ξεκινήσει στρατιωτικές επιχειρήσεις ενάντια σε Κορέα, Κίνα και προετοίμαζε κι άλλες. Εθιγε άμεσα τα αποικιακά συμφέροντα Αγγλίας, Γαλλίας, Ολλανδίας, Πορτογαλίας, απειλούσε τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή. Απέναντι στις ΗΠΑ επεδίωκε έναν διακανονισμό, ο οποίος ωστόσο δεν ήταν εφικτός στη βάση της αγεφύρωτης σύγκρουσης των συμφερόντων τους. Ετσι προετοιμαζόταν και γι’ αυτόν τον πόλεμο, συμμαχώντας με Γερμανία, Ιταλία.
Οσον αφορά την τελευταία (Ιταλία) αυτό που βασικά ευελπιστούσε ήταν ότι οι εξελίξεις θα της επέτρεπαν να πραγματοποιήσει τις επιδιώξεις της χωρίς να χρειαστεί να δοκιμάσει τις δυνατότητές της πέρα από τις περιορισμένες αντοχές της. Τα πράγματα ωστόσο πήγαν πολύ πέρα από εκεί που υπολόγιζε και ο Μουσολίνι και η αστική τάξη που τον υποστήριζε.

Ποιος πόλεμος ετοιμαζόταν - Ποιος έγινε

Με δεδομένο λοιπόν ότι ο πόλεμος θα γινόταν, το ερώτημα πλέον ήταν ποιος πόλεμος. Ποιοι θα πολεμούσαν με ποιους, ποιοι θα συμπαρατάσσονταν με ποιους και σε ποια μέτωπα. Το κεντρικό μέτωπο βρισκόταν ούτως ή άλλως στον ευρωπαϊκό χώρο. Εκει αντιπαρατάσσονταν οι περισσότερες από τις βασικές δυνάμεις, εκεί θα κρινόταν η έκβαση του πολέμου και η οποία θα καθόριζε και την εξέλιξη στα δευτερεύοντα και τριτεύοντα μέτωπα.
Κυρίαρχη τάση σε Αγγλία, Γαλλία (που δεν έβρισκε αντίθετες τις ΗΠΑ) ήταν να στρέψουν την Γερμανία ανατολικά. Ενάντια στην Σ.Ε. Ικανοποιούσαν έτσι και δικές τους βασικές επιδιώξεις ενώ το λιγότερο που προσδοκούσαν ήταν η αμοιβαία φθορά και αποδυνάμωση Γερμανίας-ΣΕ.
Κορυφαία έκφραση αυτής της λογικής, το αίσχος του Μονάχου. Στις 30-11-1938 οι Τσάμπερλαιν, Νταλαντιέ υπογράφουν με τους Χίτλερ, Μουσολίνι τον ακρωτηριασμό της μικρής Τσεχοσλοβακίας. Αυτό ήταν το φανερό. Το ουσιώδες ωστόσο είναι πως αυτή η συμφωνία επικύρωνε την κοινή διάθεση να κατευθυνθεί ο πόλεμος ανατολικά.
Απέναντι σ’ όλα αυτά, η Σ.Ε. σ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του τριάντα έκανε συνεχείς προτάσεις στις δυτικές δυνάμεις για σύναψη συμφωνιών-συμμαχιών και με στόχο το να βάλουν φρένο, να αντιμετωπίσουν την επιθετικότητα του Χίτλερ και της Γερμανίας. Από τη μεριά των δυτικών δυνάμεων υπήρξε μια συνεχής παρελκυστική τακτική, μια ουσιαστική άρνηση σύμπηξης μιας τέτοιας συμμαχίας και για τους λόγους που αναφέραμε. Τις παραμονές του πολέμου η Σ.Ε. κάνει νέα πρόταση συμφωνίας, η οποία θα εγγυάται (πολιτικά και στρατιωτικά) την πλήρη ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα όλων των χωρών από τις Βαλτικές μέχρι τη Μαύρη θάλασσα. Τις προτάσεις της Σ.Ε. τις απορρίπτουν τόσο η Αγγλία και Γαλλία όσο και οι …Βαλτικές χώρες και η Πολωνία. Ολα αυτά παρά τις σαφείς προειδοποιήσεις του Στάλιν ότι «το παιχνίδι που άρχισαν (ενάντια στη Σ.Ε.) μπορούσε να τελειώσει πολύ άσχημα γι’ αυτούς».
Με αυτά τα δεδομένα φτάνουμε στο Σεπτέμβρη του 1939. Στη Μόσχα βρίσκεται αγγλογαλλική αντιπροσωπεία που συζητάει με τους σοβιετικούς στη βάση των προτάσεων της Σ.Ε. Η τελική απόρριψη αυτών των προτάσεων από τους δυτικούς, οδηγεί την Σ.Ε. στο να υπογράψει το «σύμφωνο μη επίθεσης» με την Γερμανία. (Το γνωστό σαν «σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ»). Γράφτηκαν πολλά γι’ αυτό. Η άποψή μας είναι πως επρόκειτο για μια μεγαλοφυή κίνηση του Στάλιν και από τις σημαντικότερες πολιτικο-διπλωματικές κινήσεις στην Ιστορία. Η ουσία του. Σε πρώτο πλάνο και όπως ειπώθηκε, το κέρδισμα χρόνου για έναν πόλεμο (ενάντια στη ΣΕ) που κανείς δεν είχε αυταπάτες πως κάποια στιγμή θα εξαπολυόταν. Το κυριότερο όμως ήταν άλλο, που απλά δεν μπορούσε να ειπωθεί χωρίς να αυτοαναιρεθεί. Ο Στάλιν «έστρεφε», τουλάχιστον για ένα διάστημα, τον πόλεμο σε διαφορετική κατεύθυνση. Ταυτόχρονα έστελνε το μήνυμα στη Δύση ότι πραγματικά «το παιχνίδι που άρχισαν μπορούσε να τελειώσει πολύ άσχημα γι’ αυτούς».
Ως προς τον Χίτλερ, αυτός γνώριζε πολύ καλά το πόσο μπορεί να βασίζεται στο «λόγο» και τις διαθέσεις των Αγγλων και Γάλλων ιμπεριαλιστών. (Αλλωστε «μαθητής» τους ήταν). Δεν ήθελε να «βυθιστεί» σ’ έναν πόλεμο με τη Ρωσία, χωρίς να έχει διασφαλίσει την επίσημη συμμαχία της Αγγλίας και με το γαλλικό στρατό (τον θεωρούμενο τότε σαν τον ισχυρότερο του κόσμου) στην πλάτη του.
Τα άλλα περί «μοιρασιάς» ανάμεσα σε Χίτλερ και Στάλιν είναι απλώς ανοησίες. Σύμφωνα με δυτικούς ιστορικούς ο Χίτλερ έγινε έξαλλος τόσο με τις συμφωνίες Σ.Ε.-Βαλτικών χωρών όσο και με την είσοδο των σοβιετικών στρατευμάτων στην ανατολική Πολωνία που εμπόδισε τα χιτλερικά στρατεύματα να κατακτήσουν ολόκληρη την Πολωνία.
Στη Δύση πανικός. Αρχίζουν να αμφισβητούνται Τσάμπερλαιν και Νταλαντιέ. Η τάση αμφισβήτησης ενισχύεται με την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία, που εκτός των άλλων θέτει και σε δοκιμασία τις διαθέσεις Αγγλίας-Γαλλίας. Οι δυο χώρες κηρύσσουν τον πόλεμο στη Γερμανία αλλά χωρίς να προχωρήσουν σε πραγματικές κινήσεις πολέμου. Η κατάληψη της Νορβηγίας αποτελεί νέα πρόκληση καθώς φέρνει τον Χίτλερ μπροστά στις θαλάσσιες πύλες της θαλασσοκράτειρας Αγγλίας. Οι προετοιμασίες της επίθεσης σε Γαλλία (που ήταν αδύνατο να αποκρυβούν) οδηγεί τελικά σε ανατροπή των Τσάμπερλαιν, Νταλαντιέ και την αντικατάστασή τους από τους Τσόρτσιλ, Ρεϋνό. Αυτό αποτέλεσε και το κομβικό σημείο της -πολιτικής- στροφής των δύο χωρών που βλέπουν ότι ο πόλεμος με τη Γερμανία είναι πλέον αναπόφευκτος. Η επίθεση ενάντια στη Γαλλία τις εξαναγκάζει να μπουν και στρατιωτικά σ’ έναν πόλεμο που ήθελαν να τον στρέψουν σε διαφορετική κατεύθυνση αλλά δεν τα κατάφεραν.

Πολιτικο-στρατιωτικές κινήσεις και υπολογισμοί

Η συντριβή της Γαλλίας από τη Βέρμαχτ έχει καταλυτικές συνέπειες. Ο Χίτλερ κυριαρχεί πλέον στον ευρωπαϊκό χώρο. Ως θριαμβευτής πλέον, απευθύνει νέες προτάσεις συμμαχίας στην Αγγλία. Δεν πρόκειται για «εμμονή» του Χίτλερ. Ο «παράφρων» Χίτλερ έχει πλήρη επίγνωση της διάταξης δυνάμεων και της στρατηγικής σημασίας των συμμαχιών. Δεν έχει σε μεγάλη εκτίμηση τις στρατιωτικές δυνατότητες της Ιαπωνίας και ακόμη λιγότερο βασίζεται στην Ιταλία.
Γνωρίζει πως χωρίς έναν ισχυρό στρατηγικό εταίρο, και σαν τέτοιο βλέπει την Αγγλία, οι νίκες του έχουν περιορισμένο ορίζοντα. Την κατεύθυνσή του αυτή την υπογράμμισε αφήνοντας το αγγλικό εκστρατευτικό σώμα να φύγει από τη Δουνκέρκη, ενώ είχε όλη τη δυνατότητα να το τσακίσει. (Ο «άθλος της Δουνκέρκης»). Με την ίδια λογική αντιμετώπισε και την περίφημη (αεροπορική) «Μάχη της Αγγλίας». Ο Χίτλερ ουδέποτε είχε την πρόθεση να αποβιβαστεί στην Αγγλία. Αν το ήθελε θα το επιχειρούσε συντρίβοντας τον αγγλικό στρατό στη Δουνκέρκη και αφήνοντας την Αγγλία ουσιαστικά άοπλη. Η ουσία του πράγματος. Ακόμη και αν η Γερμανία κατελάμβανε -σύντριβε την Αγγλία, δεν κέρδιζε αυτό που επιζητούσε. Εναν υπολογίσιμο στρατηγικό εταίρο σ’ έναν πόλεμο που ολοφάνερα έπαιρνε πλέον παγκόσμιες διαστάσεις. Διαστάσεις που ξεπερνούσαν τις δυνατότητες της Γερμανίας να τον αντιμετωπίσει με τις δυνάμεις και τις συμμαχίες που διέθετε. Σ’ αυτή τη βάση οι αεροπορικές επιδρομές στην Αγγλία δεν είχαν στόχο να προετοιμάσουν μια εισβολή που ποτέ δεν θέλησε ο Χίτλερ, αλλά να εξαναγκάσουν την Αγγλία να δεχτεί τις προτάσεις του.
Η Αγγλία ωστόσο, παρόλο που στην ελίτ της χώρας υπήρξε ισχυρή τάση συνδιαλλαγής με τον Χίτλερ, δεν ενέδωσε. Ούτε εμπιστοσύνη είχε στον Χίτλερ, αλλά κυρίως είχε πλέον άλλους προσανατολισμούς. Ο Τσόρτσιλ στράφηκε αποφασιστικά στην κατεύθυνση των ΗΠΑ. Στόχος του, η διαμόρφωση ενός αγγλοσαξονικού άξονα. Οι ΗΠΑ ανταποκρίθηκαν θετικά σ’ αυτή την κατεύθυνση και στη βάση βεβαίως των δικών τους βλέψεων και συμφερόντων. Ο Ρούσβελτ λειτουργεί απόλυτα καιροσκοπικά. Διαβεβαιώνει τον Τσόρτσιλ, ότι είναι στο πλευρό του αλλά στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ δεν μπαίνουν καθόλου στον πόλεμο. Ο Χίτλερ είναι στη φάση εκείνη πολύ ισχυρός αντίπαλος στον ευρωπαϊκό χώρο. Ο δικός τους πόλεμος (των ΗΠΑ) βρίσκεται για την ώρα στον Ειρηνικό. Απέναντι σε μια Ιαπωνία που την θεωρούν (και είναι) του χεριού τους.
Υπάρχει ωστόσο ένα σημαντικό πολιτικό δεδομένο σε όλα αυτά. Η χιτλερική Γερμανία, αντιμετωπίζεται πλέον από Αγγλία-ΗΠΑ σαν ο κύριος αντίπαλος για τα στρατηγικά τους συμφέροντα.
Σ’ όλο αυτό το διάστημα ο Χίτλερ συνεχίζει και ολοκληρώνει την κατάκτηση της Ευρώπης. (Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα). Παρ’ όλες τις νίκες του ωστόσο αντιμετωπίζει ένα στρατηγικό αδιέξοδο. Φοβάται ότι μια συμμαχία ΗΠΑ-Αγγλίας-Σ.Ε. θα σημάνει στρατηγική περικύκλωση της Γερμανίας. Από αυτό το αδιέξοδο θεωρεί ότι μπορεί να τον βγάλει η επίθεση ενάντια στην Σ.Ε. Η συντριβή της υπολογίζει ότι του προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα. Σπάει έναν βασικό κρίκο ενός τέτοιου πιθανού στρατηγικού κλοιού. Προσφέρει στη Γερμανία τον «ζωτικό χώρο» που πάντα ονειρευόταν. Συντρίβει τον «μισητό μπολσεβικισμό» και για λογαριασμό όλου του καπιταλιστικού συστήματος. Ταυτόχρονα θεωρεί πως η συντριβή της Ρωσίας θα εξαναγκάσει την Αγγλία να δεχτεί τις προτάσεις του μια και αυτή θα χάσει ένα βασικό στρατηγικό στήριγμα στο οποίο πιθανά υπολόγιζε.
Οπως είδαμε μέχρι τώρα, το ζήτημα των συμμαχιών στρατηγικού (ή και τακτικού) χαρακτήρα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις σκέψεις, τους υπολογισμούς και τις κινήσεις των αντιμαχόμενων. Εκείνο που θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε, είναι ότι αυτό το ζήτημα έπαιξε καθοριστικό ρόλο σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, από την περίοδο της προετοιμασίας του (δεκαετία ’30) μέχρι την έναρξή του αλλά και μετά απ’ αυτήν μέχρι το 1945 και επόμενα.
Ο πόλεμος υπήρξε μια διαδικασία όπου τα στρατιωτικά γεγονότα συνοδεύονταν από πολιτικές κινήσεις διαμόρφωσης ή προετοιμασίας αυτών ή εκείνων των συμμαχιών, σ’ όλη τη διάρκεια της διεξαγωγής του.

Μέχρι το Στάλινγκραντ

Η επίθεση του Χίτλερ απέναντι στη Σ.Ε. σηματοδοτεί την ολοκληρωτική στροφή του πολέμου και τη διαμόρφωση του «σχήματος» που αυτός τελικά παίρνει. Τόσο όσον αφορά τη διαμόρφωση των μετώπων, όσο και των συμμαχιών.
ΗΠΑ και Αγγλία (τραινάροντας και καιροσκοπώντας) συμμαχούν τελικά με την Σ.Ε. ενάντια στον Χίτλερ και τις δυνάμεις του Αξονα. Μια συμμαχία ωστόσο που πολύ απέχει από το να είναι πραγματική και στρατιωτικά στα διάφορα μέτωπα. Στην πραγματικότητα, ο μόνος υπαρκτός πόλεμος είναι αυτός που διεξαγόταν ανάμεσα στην Βέρμαχτ και τον Κόκκινο Στρατό. (Και βέβαια η σύγκρουση στον Ειρηνικό στη συνέχεια, ανάμεσα σε ΗΠΑ-Ιαπωνία). Οι δυτικοί απλώς «αψιμαχούσαν» (έκφραση του ίδιου του Τσόρτσιλ) με κάποιες γερμανικές μεραρχίες στην έρημο της Αφρικής την ίδια στιγμή που η Σ.Ε. αντιμετώπιζε όλο το βάρος του γερμανικού στρατού.
Σε μια πρώτη φάση, υποτιμώντας τις δυνατότητες της Σ.Ε. και του Κόκκινου Στρατού, υπολόγιζαν ότι η Σ.Ε. θα καταρρεύσει σε 2-3 μήνες. Οταν είδαν ότι η Σ.Ε. κρατάει γερά, αυτό που κυριάρχησε στη σκέψη τους (και εκφράστηκε και στην πρακτική τους στάση) ήταν η προσδοκία της «αμοιβαίας φθοράς». «Οσοι περισσότεροι σκοτωθούνε από τις δυο μεριές», διακήρυσσε ο μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ Τρούμαν, «τόσο το καλύτερο για μας».
Στην πραγματικότητα οι δυτικές δυνάμεις συμμετείχαν στον πόλεμο μέσω… Σ.Ε. και με το αίμα του Κόκκινου Στρατού και των σοβιετικών λαών. Οσο για το δεύτερο μέτωπο που εναγώνια ζητούσε η Σ.Ε., αυτό στην πραγματικότητα ήταν ένα μπαλάκι που περιφερόταν στα δυτικά επιτελεία, χωρίς καμιά πραγματική διάθεση να υλοποιηθεί.
Ολα αυτά μέχρι το Στάλινγκραντ. Αρχές του 1943 η αήττητη Βέρμαχτ, ο πανίσχυρος γερμανικός στρατός, αντιμετωπίζει την πρώτη, μεγάλη στρατηγικού χαρακτήρα ήττα. Οι συνέπειές της καταλυτικές σε όλα τα πεδία. Από το στρατιωτικό, μέχρι το πολιτικό. Πρώτα απ’ όλα στην ίδια τη Γερμανία. Οι Γερμανοί ιθύνοντες, η γερμανική αστική τάξη για πρώτη φορά αντιμετωπίζει τόσο χειροπιαστά το φάσμα της ήττας. Αναζωπυρώνονται οι τάσεις αμφισβήτησης του «αλάθητου» του Χίτλερ. Το ουσιώδες. Στη Γερμανία διαμορφώνονται και στην πορεία ενισχύονται οι τάσεις που βλέπουν σαν μόνη διέξοδο για την Γερμανία την αναστροφή των συμμαχιών. Η τάση αυτή διαμορφώνεται τόσο στο ηγετικό χιτλερικό περιβάλλον όσο και στις γραμμές τις «αντιπολίτευσης», η οποία ωστόσο θεωρεί ότι κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο όσο υπάρχει ο Χίτλερ. Αυτό οδηγεί στις συνωμοσίες και τις απόπειρες δολοφονίας του Χίτλερ, ενώ ταυτόχρονα πυκνώνουν οι υπόγειες «γραμμές επικοινωνίας» με τη Δύση.
Σ’ αυτή τη Δύση η ικανοποίηση από την ήττα των Γερμανών συνοδεύτηκε από ακόμα μεγαλύτερες ανησυχίες στα ηγετικά κλιμάκια. Ανησυχίες που ενισχύθηκαν μετά την γιγάντια αρματομαχία στο Κουρσκ που έδωσε οριστικά την στρατηγική πρωτοβουλία στον Κόκκινο Στρατό. Οι Δυτικοί άρχισαν να σκέφτονται ότι η Σ.Ε. θα μπορούσε ίσως να νικήσει τη Γερμανία και χωρίς αυτούς (Και κατά τη λογική τους, «ενάντιά» τους). Ταυτόχρονα ένας άλλος παράγοντας «ανησυχίας» διαμορφωνόταν μέσα στην κατεχόμενη Ευρώπη. Η αντίσταση και η πάλη των λαών. Μια αντίσταση που στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων είχε σαν κορμό της τους κομμουνιστές και οδηγούσε τους λαούς στο να χειραφετούνται μέσα από την πάλη τους να προσδίδουν έναν νέο κοινωνικό ορίζοντα στον αγώνα τους. Στη Δύση λοιπόν άρχισαν πλέον να σκέφτονται σοβαρά να «μπουν» πραγματικά στον πόλεμο για να μην τον «χάσουν» χωρίς να ‘χουν καν πολεμήσει. Το ερώτημα ήταν πλέον πότε και πώς.

Ποιο «Δεύτερο Μέτωπο»

Η Γερμανία παρά τις ήττες παρέμεινε πολύ ισχυρή. Αυτό είχε ορισμένες συνέπειες για τους υπολογισμούς και τα σχέδια των Δυτικών. Πρώτο και κυριότερο το ότι παρέμενε βασικός στόχος του πολέμου η συντριβή της Γερμανίας (και της Ιαπωνίας). Δεύτερο, αλλά και συνάρτηση του προηγούμενου, ότι δεν τίθενταν άμεσα ζήτημα αναστροφής συμμαχιών (αυτή θα περίμενε την «ώρα της»). Τρίτο, ότι δεν ήταν καθόλου διατεθειμένοι να ανοίξουν ακόμα (στα 1943) το δεύτερο μέτωπο και να αναμετρηθούν με τον γερμανικό στρατό ενόσω αυτός παρέμενε ισχυρός.
Απέναντι στην Σ.Ε. ήταν υποχρεωμένοι πλέον να τηρούν μιαν ορισμένη στάση. Αν αρχικά την είχαν υποτιμήσει τώρα, δεν μπορούσαν πλέον να την αγνοήσουν. Ούτε στρατιωτικά ούτε πολιτικά μια και ο ηρωικός αγώνας του Σοβιετικού λαού είχε τεράστια απήχηση και στις ίδιες τους τις χώρες. Μάλιστα στις κινήσεις του Ρούσβελτ διακρίνονταν και τάσεις «μονομερούς» συνεννόησης με την Σ.Ε. και με τον Τσόρτσιλ σε δεύτερο πλάνο. Αυτό δεν ήταν άσχετο και με το γεγονός ότι οι ΗΠΑ ήδη προσέβλεπαν στο να υποκαταστήσουν την Αγγλία (και Γαλλία) στις αποικιακές τους αυτοκρατορίες. Στην ίδια λογική οι απεσταλμένοι του Ρούσβελτ πραγματοποιούσαν επαφές με την δοσίλογη κυβέρνηση του Βισύ προσπαθώντας να παραμερίσουν τον Ντε Γκολ που «εκνεύριζε» τον Ρούσβελτ με τον «εθνικισμό» του.
Στρατιωτικά αυτά εκφράζονταν πρώτον με τους συντριπτικούς βομβαρδισμούς της Γερμανίας και Ιαπωνίας. Βομβαρδισμούς με αμφίβολη την στρατιωτική τους χρησιμότητα αλλά πλήρως εναρμονισμένους με τους σχεδιασμούς για το «μέλλον» αυτών των χωρών. Ενα μέλλον που προβλεπόταν ζοφερό και αποτυπωνόταν χαρακτηριστικά στο περίφημο «σχέδιο Μόργκεντάου» (Για την Γερμανία). Μια Γερμανία που ο Ρούσβελτ την ήθελε χωρισμένη σε 7-8 κομμάτια και, κατά τις εκφράσεις ορισμένων, την μετατροπή της σε «λαό βουκόλων». Ενώ η Ιαπωνία, κατά την έκφραση του στρατηγού Κέρτις Λη Μαιν που την εξέφρασε καθώς πολυβολούσε τους αμάχους στο Τόκιο, «θα μεταφερόταν στην λίθινη εποχή».
Το κρίσιμο ωστόσο ζήτημα ήταν η πραγματική (χερσαία) συμμετοχή στον πόλεμο που θα υπηρετούσε και τους δύο στόχους. Και την συντριβή της Γερμανίας και την διεκδίκηση της νίκης από την Σ.Ε.
Και όλα αυτά με το μικρότερο δυνατό κόστος σε αίμα (αυτό το κόστος, συνέχιζαν να το εναποθέτουν στον Κόκκινο Στρατό).
Ετσι, αντί του δεύτερου μετώπου, που συνέχιζαν να το παραπέμπουν στο μέλλον, επέλεξαν από την Αφρική, όπου είχαν ήδη εμπλακεί, να αποβιβαστούν στην Σικελία και από εκεί στην Ιταλική Χερσόνησο.
Μια κίνηση που ελάχιστα υπηρετούσε τις ανάγκες του πολέμου (που μόνο ένα δεύτερο μέτωπο στη Γαλλία θα τις εξέφραζε) αλλά εξυπηρετούσε θαυμάσια τους στόχους των Δυτικών. Μπαίνανε στρατιωτικά στον πόλεμο και από μια πλευρά πολύ πιο βατή στρατιωτικά από το πραγματικό δεύτερο μέτωπο. Ταυτόχρονα υπολογίζανε ότι προελαύνοντας προς το Βορρά θα μπαίνανε σφήνα στην προέλαση του Κόκκινου Στρατού, θα ανέκοπταν την πορεία του δυτικά, θα διαμόρφωναν τους δικούς τους στρατιωτικούς και συνεπόμενα πολιτικούς όρους στον ευρωπαϊκό χώρο. Υπολογίζανε έτσι ότι με το μικρότερο κόστος θα κατακτούσαν τη νίκη, φέρνοντάς την ταυτόχρονα και στα δικά τους μέτρα.

«Παράξενος πόλεμος»

Παρόλα αυτά και παρόλο που οι Δυτικοί μάχονται με υποδεέστερες δυνάμεις σε σχέση με την Σ.Ε. που αντιμετωπίζει τον κύριο όγκο της Βέρμαχτ, οι ρυθμοί προέλασης του Κόκκινου Στρατού εντείνουν τις ανησυχίες των Δυτικών. Ετσι αποφασίζεται εν τέλει το άνοιγμα του περίφημου δεύτερου μετώπου. Κύρια επείγονται οι ΗΠΑ που ένας βασικός στόχος της συμμετοχής τους στον πόλεμο ήταν να «πατήσουν το πόδι τους» στον ευρωπαϊκό χώρο.
Ετσι τον Ιούνη του 1944 γίνεται η απόβαση στη Νορμανδία. Εκεί έχουμε μια πρώτη ένδειξη ενός φαινομένου που έμελλε να χαρακτηρίσει εντονότερα τις επόμενες πολεμικές επιχειρήσεις. Ο συνήθως ταχύτατα αντιδρών γερμανικός στρατός στην περίπτωση αυτή κινείται βραδέως. Οι ταχυκίνητες θωρακισμένες μεραρχίες που συγκροτούσαν την δύναμη κρούσης ενάντια στην αναμενόμενη απόβαση καθυστερούν να επέμβουν για τόσες μέρες, όσες ακριβώς χρειάστηκαν για να εδραιώσουν οι αγγλοαμερικάνοι το προγεφύρωμά τους.
Η Γερμανία πολεμάει πλέον σε δύο μέτωπα. Με κάποιες αξιοσημείωτες ωστόσο «ιδιομορφίες». Στο ανατολικό μέτωπο πολεμά ο συντριπτικά μεγαλύτερος αριθμός των γερμανικών μεραρχιών, και ιδιαίτερα των θωρακισμένων, οι καλύτερες μονάδες της Βέρμαχτ. Στο δυτικό μέτωπο τα «υπόλοιπα». Μικρότερος κατά πολύ αριθμός μεραρχιών και οι λιγότερο αξιόμαχες. Πολλές μονάδες στη Δύση συγκροτούνταν από τραυματίες του ανατολικού μετώπου, από υπερήλικες, από αρρώστους. Ταυτόχρονα πυκνώνουν οι υπόγειες επαφές ανάμεσα σε Γερμανούς ιθύνοντες και Δυτικούς (Κέσερλιγκ στην Ιταλία κ.ά.).
Αρχές του 1945 ο Χίτλερ παίζει ένα τελευταίο χαρτί. Μεταφέρει ορισμένες αξιόμαχες μονάδες από την Ανατολή στη Δύση και επιχειρεί την αντεπίθεση στις Αρδεννες. Οι αγγλοαμερικάνοι ανατρέπονται παντού. Πανικός στα επιτελεία της Δύσης. Οι Γερμανοί «ξανάρχονται». Ξαφνικά και αφού ο γερμανικός στρατός προχώρησε αρκετά απωθώντας τους αγγλοαμερικάνους, σταματά την επίθεσή του.
Ο Χίτλερ αποσύρει τις αξιόμαχες μονάδες και τις ξαναστέλνει στο ανατολικό μέτωπο. Μια πρώτη εξήγηση που δόθηκε γι’ αυτό είναι ότι καθάρισε ο χειμωνιάτικος ουρανός και δόθηκε έτσι η δυνατότητα στην αγγλοαμερικάνικη αεροπορία να παρέμβει στις επιχειρήσεις. Μια δεύτερη συνδέεται με την μεγάλη επίθεση που εξαπέλυσε ο Κόκκινος Στρατός στην Ανατολή και ακριβώς για να ανακουφίσει τους συμμάχους του από την πίεση που δεχόταν. Υπάρχει και μια τρίτη εξήγηση. Αυτή που συνδέεται με την πολιτική διάσταση του όλου ζητήματος.
Η Γερμανία καταλάβαινε πλέον ότι χάνει τον πόλεμο. Δεν μπορούσε πλέον να αντιμετωπίσει τον Κόκκινο Στρατό ακόμα και αν συγκέντρωνε όλες της τις δυνάμεις στο ανατολικό μέτωπο. Η μοναδική της πλέον ελπίδα και βασική της επιδίωξη από κει και πέρα ήταν η αναστροφή των συμμαχιών. Με την επίθεσή του στις Αρδεννες ο Χίτλερ ήθελε να δείξει στους Δυτικούς ότι μπορούσε να τους πετάξει ξανά στη θάλασσα, να τους βγάλει εκτός παιχνιδιού. Ο στόχος του ήταν να τους πιέσει στην κατεύθυνση που επεδίωκε. Το σχέδιό του δεν πέτυχε. Ετσι από το σημείο εκείνο και πέρα είχαμε το φαινόμενο οι Γερμανοί να μην μάχονται σχεδόν καθόλου στην Δύση ενώ συνέχιζαν να πολεμούν λυσσαλέα με τις κύριες δυνάμεις τους στο ανατολικό μέτωπο. Αξιοσημείωτη η περίπτωση του Ρεμάγκεν. Μια γέφυρα στον Ρήνο «ξεχνιέται» αφρούρητη, αλλά ούτε και ανατινάσσεται. Ετσι οι αγγλοαμερικάνοι διαβαίνουν αμαχητί ένα από τα μεγαλύτερα ποτάμια της Ευρώπης, την ίδια στιγμή που ο Κόκκινος Στρατός μάτωνε σε κάθε του βήμα. Ολα αυτά συνδέονται με την γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε πλέον στις γερμανικές γραμμές, αλλά και με την τελευταία, την «λύση» απελπισίας του Χίτλερ. Την προσδοκία σύγκρουσης των Δυτικών με τη Σ.Ε. καθώς τα στρατεύματά τους θα «συναντιόνταν» στο έδαφος της Γερμανίας.
Το τι πραγματικά διαδραματιζόταν δεν το αγνοούσε κανείς από τους εμπόλεμους. Δεν το αγνοούσαν οι Γερμανοί καθώς αυτό επεδίωκαν. Το γνώριζαν οι Δυτικοί που εκτός των άλλων συνέχιζαν τις «επαφές» τους με Γερμανούς ιθύνοντες. Το γνώριζε φυσικά και ο Στάλιν. Μόνο που αυτό που βασικά τον ενδιέφερε ήταν πλέον η πολιτική διάσταση των πραγμάτων. Το να συνεχίσουν οι Δυτικοί να βρίσκονται σε εμπόλεμη (έστω όπως) κατάσταση με την Γερμανία. Αυτή η πολιτική διάσταση είχε κιόλας εκφραστεί στη Γιάλτα. Με τον προσδιορισμό των πεδίων δράσης (με τις αναπόφευκτες πολιτικές συνέπειες) των μετώπων και των πεδίων δράσης των συμμαχικών στρατευμάτων. Την αποτροπή κάθε ενδεχόμενης εμπλοκής. Ενα ενδεχόμενο που δεν ήταν απλά θεωρητικό. Ο Μπράντλεϊ σταμάτησε την τελευταία στιγμή τον Πάττον καθώς αυτός επιχειρούσε να προελάσει με τα άρματά του μέχρι την Πράγα όπου βρισκόταν ήδη ο Κόκκινος Στρατός.

Η αναστροφή των συμμαχιών

Τελικά αρχές του Μάη του 1945 ο Κόκκινος Στρατός καταλαμβάνει το Βερολίνο. Οι προσπάθειες χωριστής συνθηκολόγησης των επιτελών του Χίτλερ με τους Δυτικούς πέφτουν στο κενό μπροστά στην αποφασιστική στάση των σοβιετικών. Η Γερμανία υπογράφει την συνθηκολόγηση άνευ όρων σε όλους τους συμμάχους.
Ηδη ωστόσο οι Δυτικοί κινούνται σε διαφορετική κατεύθυνση. Η διάσκεψη του Πότσδαμ που ακολουθεί λίγο αργότερα έχει έτσι διπλό χαρακτήρα. Από τη μια επικυρώνει τυπικά (δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς) τα όσα είχαν συμφωνηθεί στην Γιάλτα (με τις όποιες τροποποιήσεις) δηλαδή τα πραγματικά αποτελέσματα του πολέμου. Από την άλλη χαρακτηρίζεται από ένα εντελώς διαφορετικό πνεύμα στη στάση των Δυτικών. Ενα πνεύμα που ενισχύεται καθώς στη διάρκεια της διάσκεψης ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τρούμαν, πληροφορείται την επιτυχημένη δοκιμή της ατομικής βόμβας στο Αλαμογκόρντο. Οι Δυτικοί σκέφτονται και κινούνται πλέον σε διαφορετική τροχιά και με όλο και πιο έντονο τρόπο.
Στις 8 Αυγούστου ρίχνεται η ατομική βόμβα στην Χιροσίμα και την επομένη στο Ναγκασάκι. Πολλά ειπώθηκαν για να δικαιολογήσουν την τερατώδη αυτή ενέργεια. Δεν ισχύει τίποτα από όλα αυτά. Η Ιαπωνία ήταν έτοιμη να συνθηκολογήσει και αυτό βεβαιώνεται από πολλές πλευρές. Η αλήθεια είναι ότι οι αμερικάνοι ήθελαν να βάλουν την δικιά τους «σφραγίδα» στην λήξη του πολέμου. Ταυτόχρονα, και κυρίως, ήθελαν να στείλουν ένα «μήνυμα» σε «εχθρούς» και «φίλους». Να υπογραμμίσουν μέσα από την δολοφονία 200.000 ανθρώπων ότι είναι πλέον οι πιο ισχυροί και ταυτόχρονα αδίστακτοι. Ετσι οι βόμβες σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι δεν ήταν μόνο η τελευταία πράξη του πολέμου. Ηταν ταυτόχρονα και η «πρώτη» του νέου «πολέμου». Του «ψυχρού». Αυτού που και ανοιχτά κήρυξε ο Τσόρτσιλ στο Φούλτον, έναν χρόνο μετά.
Λίγο αργότερα έχουμε την επίσημη διακήρυξή του με το δόγμα Τρούμαν. Στα πλαίσιά του επιβάλλεται η «δημοκρατία» στην Ελλάδα, δια πυρός και σιδήρου, με πολιτικοοικονομικούς εκβιασμούς, αλλά και στρατιωτική πίεση στην Ιταλία και με αντίστοιχες μεθόδους (ανάλογα και τους συσχετισμούς) στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες της Δύσης.
Προωθείται η σύμπηξη πολιτικής, οικονομικής αλλά και στρατιωτικής συμμαχίας των δυτικών χωρών στις οποίες τελικά συμπεριλαμβάνεται και η (Δυτική) Γερμανία. Τελικά ο Χίτλερ «δικαιώνεται» μετά θάνατον. Η αναστροφή των συμμαχιών που ονειρευόταν πραγματοποιείται. Μόνο που γίνεται χωρίς αυτόν και με την (Δυτική) Γερμανία σε ρόλο υπηρέτη των ΗΠΑ.
Δεν τα γνωρίζουν όλα αυτά τα παπαγαλάκια των ημερών μας και κυρίως τα αφεντικά τους; Τα γνωρίζουν και μάλιστα πολύ καλά
Και είναι ακριβώς αυτά που πραγματικά συνέβησαν τα οποία «δεν συγχωρούν» στην Σ.Ε. και κυρίως στον Στάλιν. Την ματαίωση των σχεδίων τους. Και πάνω απ’ όλα επειδή θέλουν να ολοκληρώσουν στις σημερινές συνθήκες αυτά που δεν μπόρεσαν οι Χίτλερ, Τσάμπερλαιν, Νταλαντιέ και Μουσολίνι στο Μόναχο. Την επαναθεμελίωση της απόλυτης κυριαρχίας του κεφαλαίου πάνω στην εργατική τάξη. Την επαναποικιοποίηση του κόσμου. Την επέκταση των ιμπεριαλιστών της Δύσης στην Ανατολής. Την διεκδίκηση της παγκόσμιας κυριαρχίας από τις ΗΠΑ. Θα το κατορθώσουν; Ισως. Μόλις τα γουρούνια βγάλουν φτερά. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου